Μόνο εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα δια την πατρίδα μου

γράφει η Γ. Κουτσιουρή

Σήμερα 4 Φεβρουαρίου και αμφιβάλω αν κάποιος θυμήθηκε, αν κάποιος από εμάς έχει διατηρήσει ζωντανή τη μνήμη του. Ο άνθρωπος που πάλεψε για την ελευθερία της Ελλάδας όσο κανείς άλλος, ο άνθρωπος που αγωνίστηκε για την εθνική ανεξαρτησία αυτού του τόπου, σαν σήμερα 4 Φεβρουαρίου 1843 άφησε την τελευταία του πνοή από εγκεφαλικό επεισόδιο.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο στρατηγός, ο Γέρος του Μωριά, ένας ηγέτης που με πενιχρά μέσα πάλεψε για την Ελλάδα όσο κανένας άλλος, αυτός που απευθυνόταν πάντα στο λαό φωνάζοντας "Έλληνες", περνάει απαρατήρητος από τους εκατοντάδες διαδηλωτές της σημερινής πορείας, στην οδό Σταδίου.

Ο ηγέτης που τόλμησε και σήκωσε το ανάστημά του στον σουλτάνο, που έβαλε φωτιά στα θεμέλεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και που κατηγορήθηκε και κυνηγήθηκε όσο κανένας άλλος τήνει να ξεχαστεί ακόμα και από τις σχολικές αίθουσες μια που η νέα τάξη πραγμάτων που τόσο πιστά υπηρετούν οι ηγέτες μας,  έχει βάλει σκοπό να μας εξυγχρονίσει και να μας κάνει πολυπολιτισμικούς.

Φοβόμαστε πια να θυμηθούμε το μεγάλο στρατηγό, φοβόμαστε να αναφερθούμε στον αγώνα της εθνικής παλληγεννεσίας , φοβόμαστε να κάνουμε το σταυρό μας περνώντας δίπλα από το οστεοφυλάκιό του στην Τρίπολη, μήπως κατηγορηθούμε για παριώτες και εθνικιστές.

Δεν θα αναφερθώ στην βιογραφία του γιατί λίγο πολύ όλοι μας έχουμε γνώση, αλλά θα αναφερθώ στο μεγάλο του όνειρο που δεν ήταν άλλο από την ελευθερία της Ελλάδας.

Αν η Ελληνική Επανάσταση του 1821 όχι μόνο διασώθηκε αλλά απέκτησε και γερό λαϊκό έρεισμα, ήταν χάρη στον πατριωτισμό, το μεγαλόπνοο σχέδιο και τη στρατηγική του αρχιστράτηγου του αγώνα.

Ο κορυφαίος αγωνιστής της ελληνικής εθνεγερσίας συνέλαβε από τα σπάργανα το πραγματικό νόημα της επανάστασης, θεωρώντας πως επρόκειτο για ένα πανεθνικό ξεσήκωμα του σκλαβωμένου ιστορικού έθνους που πισωγύρισμα δεν είχε: «Ο Θεός υπέγραψε τη λευτεριά της Ελλάδος και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του», προσυπέγραφε.

Η αποστολή ήταν υψηλή και ο σκοπός πολύ μεγαλύτερος από τη ζωή των θνητών αγωνιστών της πατρίδας: «Όταν αποφασίσαμε να κάμομε την Επανάσταση», έλεγε ο Γέρος του Μοριά στην Πνύκα στις 7 Οκτωβρίου 1838, «δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε "πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα;", αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι, εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση».

Η εξοχότερη ηγετική φυσιογνωμία της επανάστασης του 1821, που τόσο άρρηκτα συνδέθηκε το όνομά του με τις σημαντικότερες φάσεις του αγώνα στην Πελοπόννησο, δεν είχε καμιά αμφιβολία για τη νικηφόρα έκβαση του εθνικού ξεσηκωμού. Το μόνο που φοβόταν ήταν οι ίδιοι οι Έλληνες, οι «προσκυνημένοι», όπως τους έλεγε, οι οποίοι σε συνάρτηση και με την επέλαση του Ιμπραήμ έθεταν σε άμεσο κίνδυνο τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα: «Μόνον εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα διά την πατρίδα μου», έλεγε στα απομνημονεύματά του.

Και δεν θα μπορούσε βέβαια ποτέ να φανταστεί ότι σχεδόν δύο αιώνες μετά οι προσκυνημένοι θα ήταν αυτοί που θα ηγούνταν στην πολύπαθη Ελλάδα.

Βλέποντας λοιπόν τις θυσίες των υπόδουλων Ελλήνων να πηγαίνουν χαμένες από τη μάστιγα των «προσκυνημένων», αντέτεινε το ιστορικό σήμερα «φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους», δίνοντας έτσι μια νέα δυναμική στη σχεδόν ετοιμοθάνατη εξέγερση. Και βέβαια στην τρομοκρατία του Ιμπραήμ ανταπάντησε με μια δίχως προηγούμενο ελληνική τρομοκρατία: σε όλο τον Μοριά, από άκρη σε άκρη, οι πρωτεργάτες του προσκυνήματος συλλαμβάνονταν και εκτελούνταν και στις πλατείες των χωριών οι απαγχονισμένοι συνεργάτες του εχθρού έφεραν τον τρόμο και την απαραίτητη πειθώ στους διστακτικούς κατοίκους, ώστε να λάβουν πολύ σοβαρά υπόψη τους τις απειλητικές προειδοποιήσεις του αντάρτη στρατηγού.

Αυτός και πολλά ακόμα ήταν ο πεφωτισμένος οπλαρχηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος μόνο όταν ανακατεύτηκε με την πολιτική φάνηκε να χάνει τα νερά του. Κι έτσι πολύ γρήγορα κατάλαβε ότι η διπλωματία δεν ήταν γι’ αυτόν και επέστρεψε στα άρματά του, χαρίζοντας τελικά την ελευθερία σε ένα ολόκληρο έθνος. Με την πατρίδα βέβαια να μην τον τιμά όπως του έπρεπε, αν και ο ίδιος το γνώριζε αυτό καλά και προκαταβολικά. Όταν κάποτε του είπαν «Κολοκοτρώνη, η πατρίδα θα σε ανταμείψει», εκείνος απάντησε περιπαικτικά: «Το ξέρω, εμένα θα πρωτοεξορίσει»…

Και έτσι έγινε. Και κατηγορήθηκε και φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά πρόλαβε να δεί την Ελλάδα ελεύθερη και ανεξάρτητη (σαν χτες 3 Φεβρουαρίου 1930 υπογράφηκε η ανεξαρτησία της Ελλάδας) και να φύγει σε προχωρημένη ηλικία από εγκεφαλικό επεισόδιο μετά το γάμο του γιού του.

Αυτό ήταν το τέλος του μεγάλου αντρός, ο οποίος φτωχός από υλικά αγαθά αλλά πλούσιος από την αγάπη του απλού λαού πριν κλείσει τα μάτια του, υπαγόρευσε τα απομνημονεύματά του στον Γεώργιο Τερτσέτη («Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836»), τα οποία εκδόθηκαν το 1846 ως ένα πλήρες χρονικό της Ελληνικής Επανάστασης για όσους πραγματικά θέλουν να ξέρουν την ιστορία της πατρίδας τους.

 Κουτσιουρή Γεωργία

 

Προσθήκη νέου σχολίου

Το περιεχόμενο αυτού του πεδίου παραμένει ιδιωτικό και δε θα εμφανίζεται δημόσια.
  • Επιτρεπόμενες ετικέτες HTML: <a href hreflang> <em> <strong> <cite> <blockquote cite> <code> <ul type> <ol start type> <li> <dl> <dt> <dd> <h2 id> <h3 id> <h4 id> <h5 id> <h6 id>
  • Αυτόματες αλλαγές γραμμών και παραγράφων.
  • Οι διευθύνσεις ιστοσελίδων και οι διευθύνσεις email μετετρέπονται σε συνδέσμους αυτόματα.
CAPTCHA
11 + 0 =
Solve this simple math problem and enter the result. E.g. for 1+3, enter 4.